Το «Αλκατράζ» της γαλλικής μοναρχίας – Που βρίσκεται η φρικιαστική φυλακή διάσημων Γάλλων
Όταν το επισκέφθηκε πριν 500 χρόνια ο Γάλλος βασιλιάς Φραγκίσκος Α’, πίστεψε ότι η τοποθεσία του ήταν εξαιρετικής στρατηγικής σημασίας για την άμυνα της ακτογραμμής από θαλάσσιες επιθέσεις. Ωστόσο, έπεσε έξω, καθώς η γεωγραφία του συγκεκριμένου νησιού, ανοιχτά της Μασσαλίας, στο αρχιπέλαγος Φριού, θα είχε άλλη χρησιμότητα.
Μέχρι το 1531, οι μηχανικοί του βασιλιά εκείνου, είχαν χτίσει έναν εντυπωσιακός πύργος μήκους 28 μέτρων η κάθε του πλευρά, πλαισιωμένος από τρεις πύργους με μεγάλες αποθήκες όπλων. Το Σατό Ντ’ Ιφ ήταν έτοιμο προς χρήση.
Η κύρια στρατιωτική αξία του κάστρου ήταν αποτρεπτική, αλλά στην πραγματικότητα δεν χρειάστηκε ποτέ να αντιμετωπίσει κάποια επίθεση.
Πολλά χρόνια μετά μάλιστα, το 1701, η μεγαλύτερη στρατιωτική διάνοια της Γαλλίας στις οχυρώσεις εκείνη την εποχή, ο μηχανικός Vauban αμφισβήτησε την καταλληλότητά του για άμυνα έναντι μιας πραγματικής επίθεσης: «Οι οχυρώσεις μοιάζουν με τον βράχο[;] είναι πλήρως καλυμένοι [σοβατισμένοι], αλλά πολύ πρόχειρα και απρόσεκτα, με πολλές ατέλειες. Το σύνολο [είχε] χτιστεί πολύ άσχημα[, …] με λίγη φροντίδα […] Όλα τα κτίρια [είναι] πολύ χοντροκομένα [και] κακοφτιαγμένα».
Ωστόσο, η τοποθεσία του είχε μια άλλη ιδιαιτερότητα. Ήταν απομονωμένο, περίπου 1,5 χιλιόμετρο από τη Μασσαλία στη νοτιοανατολική Γαλλία, και έχει ένα κοινό με τις διαβόητες φυλακές του Αλκατράζ στην Καλιφόρνια: Έχει επικίνδυνα υπεράκτια ρεύμα, που το καθιστά σχεδόν αδύνατον σε κάποιον να διαφύγει κολυμπώντας.
Έτσι, μετατράπηκε στην πιο φρικιαστική και γνωστή φυλακή της Γαλλίας πολιτικούς και θρησκευτικούς κρατούμενου.
Πάνω από 3.500 Ουγενότοι (Γάλλοι Καλβινιστές/Χριστιανοί που ταυτίζονται) στάλθηκαν στο Σατό Ντ’ Ιφ, και δεν κατάφερε ποτέ κανείς να δραπετεύσεις.
Ο μόνος που το κατάφερε ήταν ο Έντμοντ Νταντές, ο κύριος ήρωας του μυθιστόρημάτος «Ο Κόμης του Μόντε Κρίστο», του Αλέξανδροο Δουμά, ο οποίος χρησιμοποίησε τη φυλακή ως σκηνικό για το αριστούργημάτ του το 1844.
Τότε ήταν που το νησί έγινε διεθνώς γνωστό.
Στο μυθιστόρημα, ο κύριος χαρακτήρας Έντμοντ Νταντές και ο μέντοράς του, ο αββάς Φάρια, φυλακίστηκαν και οι δύο σε αυτό. Μετά από δεκατέσσερα χρόνια, ο Dantès κάνει μια τολμηρή απόδραση από το κάστρο, γίνεται ο πρώτος άνθρωπος που το έκανε και επιβίωσε. Το σύγχρονο Σατώ ντ Ιφ διατηρεί ένα πρόχειρα λαξευμένο μπουντρούμι προς τιμήν του Νταντές ως τουριστικό αξιοθέατο.
Διάσημοι που φυλακίστηκαν
Ο Ηλίας Νοού ήταν Γάλλος Ουγενότος έμπορος, το 1692, συνελήφθη κοντά στην Τζαμάικα, και επειδή ήταν φυγάς προτεστάντης, καταδικάστηκε αρχικά σε ισόβια κάθειρξη σε κάτεργα, φυλακίστηκε σε ένα μπουντρούμι κάστρου στη Μασσαλία για δύο χρόνια και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο Σατό Ντ’ Ιφ. Για καλή του τύχη έμεινε μόνο 50 μέρες φυλακισμένος, καθώς μεσολάβησε η Μεγάλη Βρετανία καθώς ήταν Άγγλος υπήκοος.
Ο Φίλιππος της Λωρραίνης, ήταν ιππότης και… εραστής του μικρότερου γιού του Λουδοβίκου ΙΓ΄ της Γαλλίας, δούκα της Ορλεάνης. Ασκούσε τέτοια επιρροή στον δούκα που τον Ιανουάριο του 1670, η σύζυγός του δεύτερου ζήτησε από τον βασιλιά να φυλακίσει τον ιππότη, πρώτα κοντά στη Λυών, και μετά στο Σατό Ντ’ Ιφ, και τελικά εξορίστηκε στη Ρώμη.
Βέβαια, δεν κράτησε ούτε εκείνου η ταλαιπωρία πολύ, καθώς μέσα σε έναν μήνα, οι οι διαμαρτυρίες και οι εκκλήσεις του πατέρα του φυλακισμένου έπεισαν τον Βασιλιά να τον απαλευθερώσει.
Ο Ονορέ-Γκαμπριέλ Ρικετί, κόμης ντε Μιραμπώ, μια από τις πιο εμβληματικές μορφές της Γαλλικής Επανάστασης, φυλακίστηκε για λίγο στο Σατό Ντ’ Ιφ, μετά από μεγάλο καβγά με κάποιον που πρόσβαλε την αδελφή του. Το 1775 μεταφέρθηκε στο κάστρο Joux, όπου δεν ήταν στενά περιορισμένος, έχοντας πλήρη άδεια για να εισέλθει στην πόλη Pontarlier.
Ο Γκαστόν Κρεμιό ήταν δικηγόρος, δημοσιογράφος και Γάλλος συγγραφέας. Διακρίθηκε υπερασπίζοντας τους φτωχούς ανθρώπους, τον Γαμβάτα και τον Γαριβάλντιibaldi. Ωστόσο, για την καταλυτική συμμετοχή του στην περίφημη Γαλλική Κομούνα, όχι μόνο φυλακίστηκε στο κάστρο, αλλά εκτελέστηκε εκεί.
Όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, οι κρατούμενοι είχαν διαφορετική μεταχείριση ανάλογα με την τάξη και τον πλούτο τους.
Οι φτωχότεροι τοποθετήθηκαν στο κάτω μέρος, περιοριζόμενοι ίσως είκοσι ή περισσότεροι σε ένα κελί σε μπουντρούμια χωρίς παράθυρα κάτω από το κάστρο.
Ωστόσο, οι πιο πλούσιοι κρατούμενοι μπορούσαν να πληρώσουν για τα δικά τους ιδιωτικά κελιά που ήταν ψηλότερα, με παράθυρα, ντουλάπα και τζάκι.