Το ραντεβού κορυφής
Το διακύβευμα είναι σταθερό: η ελληνοτουρκική νηνεμία πρωτίστως στο πεδίο αλλά προφανώς και σε επίπεδο ρητορικής, για άλλους σχεδόν δύο μήνες, δηλαδή τουλάχιστον μέχρι το τέλος του Σεπτεμβρίου.
Τότε, στο περιθώριο της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, είναι προγραμματισμένο από την Αθήνα και την Αγκυρα το νέο τετ α τετ Κυριάκου Μητσοτάκη και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Θα είναι η έκτη συνάντηση κορυφής από τον Ιούλιο του 2023 – και την αφετηρία τότε της ελληνοτουρκικής προσέγγισης – με στόχο όμως αυτή τη φορά να διερευνηθεί σε ποιο σημείο μπορεί να φτάσει ο πολιτικός διάλογος και πώς ακριβώς θα προχωρήσει.
Μέχρι τότε εκτιμάται επίσης ότι θα εκδηλωθεί άλλη μία πρωτοβουλία, για το Κυπριακό συγκεκριμένα, από τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, εξού Αθήνα και Λευκωσία βρίσκονται σε συντονισμό.
Καθ’ οδόν προς τον Σεπτέμβριο πάντως ενδέχεται να υπάρξει εμβόλιμη ελληνοτουρκική συνάντηση. Οι υπουργοί Εξωτερικών της Ελλάδας Γιώργος Γεραπετρίτης και της Τουρκίας Χακάν Φιντάν πιθανώς να μην είχαν στην Ουάσιγκτον την τελευταία συνάντησή τους. Σύμφωνα με πληροφορίες, είναι ορατό το ενδεχόμενο να τα πουν διά ζώσης στο περιθώριο ενός άτυπου συμβουλίου στο τέλος Αυγούστου στις Βρυξέλλες.
Και αυτό κρίνεται ως σημαντικό, όχι μόνο γιατί θα προστεθεί άλλος ένας ελληνοτουρκικός «σταθμός» συζήτησης, ενόσω καταγράφονται τουρκικές «κορόνες» αλλά και έντονη κινητικότητα για το Κυπριακό, αλλά κυρίως γιατί οι υπουργοί θα προετοιμάσουν επί της ουσίας τις συνομιλίες κορυφής στη Νέα Υόρκη, «ζυγίζοντας» την ατμόσφαιρα.
Ηδη μετά το crash test της 20ης Ιουλίου – τη «μαύρη» επέτειο συμπλήρωσης 50 ετών από τη βάρβαρη εισβολή του «Αττίλα» – και την παρουσία του Μητσοτάκη και του Ερντογάν στην Κύπρο με εκ διαμέτρου διαφορετικό «περιεχόμενο» καταγράφηκαν τελικά και άλλες «δοκιμασίες». Γεγονότα και ρητορικές ανέδειξαν τις εύθραυστες ισορροπίες σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο και έχουν κινητοποιήσει την ελληνική διπλωματία, που διαμηνύει ότι δεν τις παραβλέπει:
Η αποφυγή μιας σοβαρής κλιμάκωσης στο πεδίο, στα Δωδεκάνησα όπου βγήκαν τουρκικά και ελληνικά πολεμικά κατά τη διάρκεια ερευνών ιταλικού σκάφους με αποτέλεσμα να ενεργοποιηθεί αποτελεσματικά ο μηχανισμός αποκλιμάκωσης (το ελληνοτουρκικό «κόκκινο τηλέφωνο»).
Μια τουρκική ρητορική αμφισβητήσεων με επαναφορά του – άκυρου και ανυπόστατου όπως απαντά σε αυστηρούς τόνους η ελληνική πλευρά – τουρκολιβυκού μνημονίου. Η αμφισβήτηση της κυριαρχίας ελληνικών νησιών από τον εθνικιστή κυβερνητικό εταίρο του τούρκου προέδρου Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Οι αναφορές Ερντογάν κατά τη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κυβερνώντος κόμματος στη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη, την οποία για άλλη μία φορά χαρακτήρισε «τουρκική».
Ακόμα και προσωπικές επιθέσεις σε έλληνες υπουργούς για δηλώσεις τους (του Νίκου Δένδια και του Αδωνη Γεωργιάδη) είτε από τον Ερντογάν είτε από άλλους τούρκους αξιωματούχους.
Διάλογος
Η Αθήνα δηλώνει ότι δεν υποτιμά τα κρούσματα τουρκικής προκλητικότητας, ωστόσο επιμένει στην ανάγκη αφενός να λειτουργούν τα κανάλια συνομιλιών (όπως ανάμεσα στους υπουργούς Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν, που επικοινώνησαν για τη διαδικασία απεμπλοκής από τυχόν «επεισόδιο» στα Δωδεκάνησα) και όχι απλώς σε «γραφειοκρατικό» επίπεδο, αφετέρου να διασφαλίζεται τακτικά ότι η Αγκυρα παραμένει δεσμευμένη στα συμφωνηθέντα περί «θετικού» βηματισμού.
Αυτός ήταν για παράδειγμα ο στόχος του τελευταίου ραντεβού Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Ουάσιγκτον, όταν η «βαριά» ατζέντα έμεινε εκτός συζήτησης. «Θέλουμε έναν παραγωγικό διάλογο, αλλά παραχωρήσεις σε θέματα που αγγίζουν εθνικές κόκκινες γραμμές δεν κάνουμε» λένε κυβερνητικές πηγές και παραπέμπουν στις «άμεσες απαντήσεις» της Ελλάδας απέναντι στις παράλογες αξιώσεις της Τουρκίας. Ιδίως ενόψει της επόμενης φάσης του ελληνοτουρκικού διαλόγου, η Αθήνα θέλει να δείχνει ότι δεν θα δεχθεί τετελεσμένα. Ειδικά για το Κυπριακό, επιδιώκει κατ’ ελάχιστον να επανεκκινήσουν οι συζητήσεις και κρατώντας χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών συντονίζεται με τη Λευκωσία απορρίπτοντας την τουρκική εμμονή περί δύο κρατών. «Η διαιώνιση του σημερινού status quo και η δημιουργία δύο κρατών δεν αποτελούν λύσεις. Παραμένουμε προσηλωμένοι στη λύση στο πλαίσιο των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που προβλέπουν λύση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας» απαντούν διπλωματικές πηγές.