Ανάπτυξη, κλίμα, πλούσιοι και φτωχοί
Λέγαμε πρόσφατα από αυτή τη στήλη ότι στη μεταπολεμική αναπτυξιακή πορεία η έννοια του Τρίτου Κόσμου υπήρξε λειτουργική. Η καλόπιστη Δύση και η απλοϊκή Αμερική εξαπέλυσαν ήδη από το ’50 τις περίφημες αναπτυξιακές δεκαετίες με όργανα τη Διεθνή Τράπεζα και το περίφημο ΔΝΤ. Η Δύση όφειλε να αναπτύξει οικονομικά τον Τρίτο Κόσμο, κάτι που θα έφερνε τον κοινωνικό εκσυγχρονισμό και τη δημοκρατία. Σύμφωνα μάλιστα με τις ποικίλες συνιστώσες των αριστερών ιδεολογιών, από τον παγκόσμιο Νότο θα εκπήγαζε το νέο επαναστατικό υποκείμενο: οι αγροτικές μάζες θα γίνονταν ο φορέας της Επανάστασης, καθώς η δυτική εργατική τάξη, καλοταϊσμένη και συνδικαλισμένη στις δυτικές χώρες, δεν είχε απολύτως καμία διάθεση για επαναστατική γυμναστική, έχοντας πια να χάσει πολύ περισσότερα από τις αλυσίδες της.
Μπορεί βέβαια οι χώρες του Νότου να μην εκδημοκρατίστηκαν στην πλειοψηφία τους, αλλά αναπτύχθηκαν θεαματικά – όλες ή περίπου όλες. Ο πρώην Τρίτος Κόσμος πλημμύρισε επενδυτές, εμπειρογνώμονες, τραπεζικούς συμβούλους, ερευνητές και λίγο αργότερα παντοειδείς ΜΚΟ [με πρόεδρο συνήθως τη σύζυγο κάποιου αυτόχθονα υπουργού]. Η κάθε κοιλάδα και η κάθε βουνοκορφή θα αναπτυσσόταν ενίοτε θεαματικά: εκμηχάνιση της γεωργίας, αρδευτικά, εκτροπές ποταμών, επέκταση κτηνοτροφίας, παντοειδείς υποδομές, υποτροφίες για σπουδές στη μητρόπολη και, το κυριότερο, εξαγωγή τεχνογνωσίας και πάγιου κεφαλαίου. Ολα αυτά με ζεστό χρήμα και σύντομα με μαζικό δανεισμό που δεν κατέληγε αναγκαστικά στους φτωχούς και άκληρους αλλά στις αυλές ποικίλων δικτατόρων, φυλάρχων, αργότερα πολιτευτών, για να επανεξαχθεί [ξεπλυθεί] μέσω των οφσόρ στις επίσης τριτοκοσμικές… Παρθένους Νήσους. Ετσι υφάνθηκε κοινή συναινέσει το λεπτό τούλι δανειστή – οφειλέτη, για το οποίο κάτι πρέπει να καταλάβαμε στην καταχρεωμένη Ελλάδα – αν και διατηρώ τις αμφιβολίες μου.
Η ανάπτυξη συνέβη – όπως κι αν οριστεί η ανάπτυξη – έστω κι αν κατευθύνθηκε πρωτίστως στην κατανάλωση. Ακόμη και οι αφρικανικές χώρες αναπτύσσονται ραγδαία, τώρα πια και με τη σύμπραξη κινεζικών κεφαλαίων. Και όμως η Δύση επιμένει ακόμα και σήμερα να αισθάνεται ένοχη, τα παιδάκια του Τρίτου Κόσμου να εκμαιεύουν δάκρυα στα δελτία ειδήσεων και η μεγάλη τροφός της ανθρωπότητας, η Αμερική, να στήνει και άλλες διατροφικές αερογέφυρες, από τις πλεονάζουσες αποθήκες σιτηρών της στο Μιντγουέστ ως τα στρατόπεδα προσφύγων στο Σουδάν και αλλού. Στο μεταξύ βέβαια η Κίνα έγινε ηγέτιδα υπερδύναμη, η Ινδία ακολουθεί, η Βραζιλία και η Αργεντινή υπεραναπτύσσονται, Ινδονησία και Μαλαισία ακολουθούν κατά πόδας το Χονγκ Κονγκ και την Ταϊβάν ως οι νεοπαγείς βιομηχανικοί τίγρεις.
Το ενδιαφέρον εδώ; Οτι στις συζητήσεις για το κλίμα, οι χώρες αυτές πρακτικά εξαιρούνται. Ηδη στην Παγκόσμια Διάσκεψη Κορυφής για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη [Γιοχάνεσμπουργκ, 2002] η Δύση υπέστη μια ταπεινωτική ήττα όταν οι καλής θελήσεως προτάσεις της για εξαγωγή πράσινων τεχνολογιών και παροχή δωρεάν «βιώσιμης τεχνογνωσίας» προσέκρουσαν σε τείχη άρνησης καθοδηγούμενα από τις «τριτοκοσμικές» πετρελαιοπαραγωγούς χώρες του ΟΠΕΚ – όχι μόνο τις αραβικές αλλά και τις αφρικανικές. Οι ΗΠΑ κατάφεραν να συντελέσουν σε αυτή την κατεύθυνση με την αμφίθυμη στάση τους, για να το θέσω κομψά. Ωστόσο οι ευθύνες του πρώην Τρίτου Κόσμου για την πιθανή κλιματική κατάρρευση είναι ήδη τεράστιες και διαρκώς αυξανόμενες. Για την ευθύνη της Κίνας καλύτερα ας μη συζητήσουμε, ούτε άλλωστε για την απροθυμία με την οποία πού και πού εκχωρεί κάτι από τα περίφημα αναπτυξιακά δικαιώματά της – βλ. το παραδοσιακό κάρβουνο ή τις εργασιακές συνθήκες. Ολες όμως οι πρώην τριτοκοσμικές χώρες έχουν πλέον υψηλότατη ιδιωτική κατανάλωση και φιλοδοξούν, αν δεν το έχουν κάνει ήδη, να ακολουθήσουν ακριβώς τα μονοπάτια που πρώτη χάραξε η Δύση: αυτοκίνητα ΙΧ, κινητά, ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, αεροπορικά ταξίδια και φυσικά εξοπλισμοί.
Η εκβιομηχάνιση είναι ραγδαία, ενίοτε με «βρώμικα» καύσιμα και χωρίς πολλές πολλές δεσμεύσεις. Το πιο αστείο: πρακτικά εκτός κλιματικής διαπραγμάτευσης ήταν μέχρι πρόσφατα το μεθάνιο – πολύ δραστικότερο του διοξειδίου του άνθρακα – που η συμβολή του στο φαινόμενο του θερμοκηπίου είναι λίγο πολύ όση και των ορυκτών καυσίμων. Και από πού προέρχεται όλο αυτό το μεθάνιο; Από δύο κυρίως πηγές: τους απέραντους ορυζώνες της Ανατολής που τρέφουν τον μισό πλανήτη και τη διαρκώς επεκτεινόμενη εις βάρος των δασών κτηνοτροφία του Νότου. Για την τελευταία δεν είναι αποκλειστικά υπεύθυνα, όπως λέει ο κινηματικός μύθος, τα κακόβουλα δυτικά χαμπουργκεράδικα, αλλά και οι ακόρεστες διαθέσεις των κοινωνιών του Νότου, συν το γεγονός ότι το ζωικό κεφάλαιο παραμένει συχνά ο εκεί ασφαλέστερος δείκτης πλούτου και κοινωνικού κύρους. Οι ενοχές είναι κακός σύμβουλος, και πάντως αντιπαραγωγικός. Γιατί, όσο κι αν τηρήσουμε εδώ στην Ευρώπη τα υπερφιλόδοξα χρονοδιαγράμματά μας ως προς την προώθηση των ΑΠΕ, την αποδέσμευση από ρυπογόνα καύσιμα και την πυρηνική ενέργεια, χωρίς τις αντίστοιχες δεσμεύσεις από τον ραγδαία αναπτυσσόμενο – πληθυσμιακά και οικονομικά – πρώην Τρίτο Κόσμο τα αποτελέσματα θα αποδειχθούν αμελητέα.