Το deza vu και τα «παγωμένα» εκλογικά ποσοστά του ΠΑΣΟΚ
Το τελευταίο κύμα δημοσκοπήσεων συνέπεσε με τον απόηχο του κλίματος που δημιούργησε η μαζική διαμαρτυρία για το δυστύχημα των Τεμπών.
Κι ενώ η πτώση του ποσοστού της ΝΔ αποτελεί λογικό αποτέλεσμα της δυσαρέσκειας, αυτό που εξέπληξε τους δημοσκόπους ήταν ότι το δεύτερο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, δεν ανέβασε τα ποσοστά του.
Αντιθέτως, παρουσίασε τουλάχιστον μια στασιμότητα γύρω στο 16% στην αναγωγή, παρά το γεγονός ότι τα δύο κόμματα μοιράζονται ένα μέρος του κεντρώου χώρου και ερίζουν για την κυριαρχία του, καθώς μετά τις ευρωεκλογές «δείχνει» ως κύριος εκφραστής του το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το φαινόμενο δεν είναι πρωτόγνωρο ούτε βέβαια καταδικαστικό για την πασοκική προσπάθεια, δεν είναι όμως λίγοι εκείνοι εντός του πράσινου στρατοπέδου που νιώθουν πως βρίσκονται σε ένα είδος ντεζαβού: σε μια προηγούμενη κρίσιμη καμπή, η ίδια διόρθωση είχε γίνει από τους δημοσκόπους και λίγους μήνες μετά την ξαφνική άνοδο του 2021 – λίγους μήνες έπειτα από μια εσωκομματική αναμέτρηση, όπως ακριβώς και τώρα, όσο το κόμμα προσπαθούσε να εδραιωθεί στη δεύτερη θέση.
Ως βασικός λόγος της τάσης που παρατηρείται λογίζεται η διαχρονική διχοτόμηση του εκλογικού του ακροατηρίου.
Στην τελευταία έρευνα της GPO («Παραπολιτικά»), στην ερώτηση για την κατεύθυνση που το ΠΑΣΟΚ πρέπει να κινηθεί περισσότερο το επόμενο διάστημα, οι ψηφοφόροι του απάντησαν 54,5% προς το Κέντρο και 44,3% προς την Αριστερά.
Στην ίδια λογική, στην αξιολόγηση των υποψήφιων προσώπων για την Προεδρία της Δημοκρατίας στη δημοσκόπηση της MRB, ο Τάσος Γιαννίτσης, ένας πρώην υπουργός-βασικός εκφραστής του εκσυγχρονιστικού ρεύματος, συγκεντρώνει το 54,6% των θετικών γνωμών από τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ.
Η Χαριλάου Τρικούπη έχει, από τη δική της πλευρά, εξαγγείλει την αμφίπλευρη διεύρυνση (δύο πρώην βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, άλλωστε, βρίσκονται προ των πυλών), ωστόσο μια σειρά από κινήσεις δείχνουν την έμφαση που έχει δοθεί στον χώρο του Κέντρου, όπου «κάθε ψήφος μετράει διπλή».
Μια οπτική που συγκεντρώνει οπαδούς στο πασοκικό επιτελείο λέει πως οι ψηφοφόροι εξ αριστερών στο τέλος θα έρθουν στο κόμμα που μπορεί όντως να κονταροχτυπηθεί με τη ΝΔ για την πρωτιά.
Ωστόσο σ’ αυτή τη φάση το ΠΑΣΟΚ παρατηρεί και τις πρώτες διαρροές εξ αριστερών του, εκεί που είχε μόνο εισροές – σύμφωνα με την MRB, η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου κερδίζει 4,3% από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έχοντας ακόμα πολύ χαμηλά τη συσπείρωσή της.
Ανάμεσα στα αριστερά και το Κέντρο έρχεται να συζητηθεί και το ζήτημα των συνεργασιών, με τον τρόπο που άνοιξε το προηγούμενο διάστημα και με την πολυγλωσσία που παρουσιάστηκε σε επίπεδο κορυφής και στελεχών.
Η ασάφεια δεν βοήθησε τη δημόσια παρουσία του κόμματος, όχι γιατί η συζήτηση που διεξήχθη δημόσια δεν θα γίνει αναπόφευκτα στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ, αλλά γιατί σ’ αυτή τη φάση ήρθε να υπενθυμίσει πως το ΠΑΣΟΚ έχει αλλάξει πολιτικό δυναμικό – και το νέο, σε ηλικία και προσλαμβάνουσες, δεν έχει την ίδια ετοιμότητα να αποφεύγει τους δημοσιογραφικούς σκοπέλους στα πάνελ, ούτε ακόμα την εμπειρία για να θεωρείται «έτοιμη λύση» από όσους επιδιώκουν συγκρίσεις με μια γαλάζια κυβέρνηση έξι ετών.
Και αυτό παρότι το ΠΑΣΟΚ σε κοινοβουλευτικό επίπεδο πετυχαίνει νίκες – η παραίτηση του Χρήστου Τριαντόπουλου εκλαμβάνεται από τη Χαριλάου Τρικούπη ως ένα τελευταίο «απτό αποτέλεσμα», λόγω της πίεσης που ασκήθηκε με την πρόταση για σύσταση Προανακριτικής.
Οσον αφορά την επόμενη ημέρα, είναι πια εμπεδωμένο πως το ΠΑΣΟΚ δεν θα συγκυβερνήσει με τη ΝΔ υπό κανονικές συνθήκες, καθώς ο Νίκος Ανδρουλάκης θέλει να επαναφέρει τον βασικό δικομματικό διαχωρισμό, με ιδεολογικά και πολιτικά χαρακτηριστικά.
Για την επόμενη ημέρα, υπάρχουν δύο τάσεις: μια που δεν βλέπει με καλό μάτι το ενδεχόμενο συνεργασίας με τα κόμματα της Αριστεράς (34,2% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ – MRB – δηλώνουν πως θα ήθελαν να προκύψει μια τέτοια κυβέρνηση) και μια (34,9%) που θεωρεί «μάλλον/σίγουρα λάθος» το ενδεχόμενο μετεκλογικής συνεργασίας των δύο πλευρών.
Ενώ οι πρώτοι δεν ενοχλούνται αν τελικά επιλεγεί μια αυτοδύναμη κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, πιέζουν τουλάχιστον για έναν κοινό βηματισμό σε θεσμικό επίπεδο εντός της Βουλής.
Οι δεύτεροι, από την άλλη, θεωρούν τη σύμπλευση με τα αριστερά, ειδικά με τον ΣΥΡΙΖΑ, «κόκκινη γραμμή», άρα βλέπουν καχύποπτα οποιαδήποτε τέτοια διάθεση.
Η λύση του προβλήματος περνάει αναπόφευκτα μέσα από το συνέδριο, όπου θα καθαρογραφεί το πολιτικό πρόγραμμα με το οποίο το ΠΑΣΟΚ θα διεκδικήσει τη διακυβέρνηση της χώρας, άρα και η κατεύθυνσή του. Αλλά και μέσα από την κομματική λειτουργία, που απαιτείται για τη σχετική ομοψυχία – γι’ αυτήν δεν αποκλείεται να ακουστούν ενστάσεις που αφορούν τη διαχείριση στην αυριανή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής.
Κόντρα Ανδρουλάκη – Δούκα Χθες, στη συνεδρίαση του Πολιτικού Κέντρου, ο Χάρης Δούκας διαφώνησε με τη μετατροπή της Κεντρικής Επιτροπής σε ΚΟΕΣ ενόψει συνεδρίου με βάση τις διατάξεις του καταστατικού. «Ακου Χάρη, το καταστατικό έλεγε επίσης ότι θα πάμε σε εκλογή προέδρου σε τέσσερα χρόνια, αλλά πήγαμε νωρίτερα», φέρεται να απάντησε ο Ανδρουλάκης.