Πατριώτες ή χούλιγκαν;
Εγραφα χθες για την αποϊδεολογικοποίηση των παρελάσεων, σε μια ιστορική καμπή όπου η αδιατάρακτη από το 1945 ειρήνη πάνω από την Ευρώπη κινδυνεύει, έπειτα από την αναθεωρητική εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία αλλά και την εκλογή του Τραμπ στη θέση του αμερικανού προέδρου, η στάση του οποίου δείχνει πρόθεση διάλυσης του ενιαίου δυτικού κόσμου – την ασφάλεια του οποίου εγγυάται η Αμερική, κυρίως μέσω της συνδρομής της στο ΝΑΤΟ. Σε αυτή τη συγκυρία, η αναφορά σε μιλιταριστικούς συμβολισμούς είναι ένας αναχρονισμός, που πλέον δεν δικαιολογείται ούτε από την αριστερή ιδεολογία, μια που αν διαταρασσόταν η σημερινή ισορροπία δυνάμεων τα πλήγματα στον δυτικό κόσμο δεν θα ήταν λιγότερο οδυνηρά για αριστερούς.
Η μακρά εκπαίδευση της Δύσης, και ιδίως της μεταπολεμικής Ευρώπης, στην ειρήνη, μαζί με τις εξελίξεις που έφερε στον κόσμο η τεχνολογία, η παγκοσμιοποίηση και η ομοσπονδιακή οργάνωση της υπερεθνικής Ευρωπαϊκής Ενωσης, προκειμένου να μείνει ανταγωνιστική στην παγκόσμια οικονομία, επηρέασε καθοριστικά και τη στρατιωτική οργάνωση των εθνικών κρατών. Το στρατοκρατικό πνεύμα υποχώρησε στην πράξη, χάριν μιας ευρύτερης κουλτούρας της ελευθερίας. Παράλληλα, ο στρατός έγινε περισσότερο επαγγελματικός, αφού ο παραδοσιακός ατομικός ηρωισμός που έχουν αποθεώσει η λογοτεχνία και ο κινηματογράφος σήμερα έχει πολύ μικρότερη χρησιμότητα, καθόσον ο πόλεμος σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απαιτεί την τεχνολογία – την οποία, πρωτίστως, χειρίζονται τα στελέχη του.
Οι αλλαγές αυτές, ιδίως στον δυτικό κόσμο, έφεραν περισσότερο επαγγελματισμό στις ένοπλες δυνάμεις, με αποτέλεσμα την περιθωριοποίηση της κουλτούρας του μίσους – που ήταν κίνητρο ηρωικής και θυσιαστικής στάσης των στρατιωτών στις παλαιές συρράξεις. Ο πόλεμος, σήμερα, δεν απαιτεί κορόνες μίσους ή ρατσιστικής υποδομής απαξίωση των όποιων εχθρών. Κάθε άλλο. Απαιτεί τεχνολογία, συγκρότηση και κανόνες. Και προκειμένου για την ελληνική κοινωνία, τους δημοκρατικούς κανόνες που ορίζουν τη ζωή μας.
Τους κανόνες αυτούς ο στρατός τους εμπεδώνει μέσα από την εκπαίδευση – και απ’ όσο γνωρίζω, τα τελευταία χρόνια, οι στρατιωτικές σχολές λειτουργούν σε δημοκρατικό πλαίσιο προετοιμάζοντας καταρτισμένα στελέχη, έτοιμα αν χρειαστεί να υπηρετήσουν την άμυνα της χώρας.
Πολίτες, δηλαδή, με στολή, με υψηλό εθνικό φρόνημα αλλά όχι τυφλούς εθνικιστές ούτε χουλιγκάνους στο όνομα του έθνους. Το εθνικό φρόνημα επιβάλλει τα στελέχη αυτά να προστατεύουν την πατρίδα μας, το δημοκρατικό πλαίσιο του κοινωνικού βίου μας, την ελληνική και την ευρωπαϊκή μας ταυτότητα. Τα εδάφη μας, τους ανθρώπους μας αλλά και τις αξίες μας, που είναι η δημοκρατία και η ελευθερία, η πρόοδος και το ανοιχτό πνεύμα που την προϋποθέτει.
Ολα αυτά δεν συμπεριλαμβάνονται σε συνθήματα μίσους, απαξίωσης και υποτίμησης του άλλου – και μάλιστα σε μια παρέλαση, από άγημα του Ναυτικού. Μπορεί τα συνθήματα αυτής της τάξης να έχουν περάσει ευρύτατα και στην πολιτική, αλλά ευτυχώς δεν υποκινούν ούτε τους θεσμούς ούτε τις ζωές μας. Το τυφλό μίσος και ο φανατισμός, άλλωστε, δεν διασφαλίζουν κανένα αξιόμαχο – η χώρα πλήρωσε ακριβά τέτοιες τακτικές πολέμου, το «άτυχο» 1897, το τρομερό 1922 αλλά και στην Κύπρο το 1974.
Η πατρίδα δεν χρειάζεται χούλιγκαν και καφριλίκια. Χρειάζεται επαγγελματίες, άρτια εκπαιδευμένα και πειθαρχημένα στελέχη του στρατού – που με τη σειρά τους θα κερδίζουν την εμπιστοσύνη των κληρωτών, που θα είναι εκεί αν, ο μη γένοιτο, χρειαστεί. Σε μια δημοκρατική κοινωνία είναι το αυτονόητο.
Κι όποιοι το παραβιάζουν είναι ευνόητο ότι δεν μπορούν να το κάνουν χωρίς συνέπειες.
Οταν την παραμέρισε ο Γλέζος
Δεν έδωσε το χέρι της σε πολιτικό αντίπαλό της. Η πολιτιστική βαρβαρότητα της Ζωής Κωνσταντοπούλου στην παρέλαση στη Λάρισα, στο όνομα του κυνηγιού μιας δήθεν επαναστατημένης ψήφου, για την οποία έγραφα χθες, έχει επαναληφθεί με χειρότερο τρόπο – απλώς, τότε, βρέθηκε στον δρόμο της ο Μανώλης Γλέζος, που την έβαλε στη θέση της.
Ηταν 11 Ιουνίου 2017, ημέρα μνήμης της σφαγής του Διστόμου από τους ναζί κατακτητές. Στο μνημείο των θυμάτων ετοιμάζεται να καταθέσει στεφάνι ο γερμανός πρέσβης, απόδειξη της συντριβής της σημερινής Γερμανίας που αναγνωρίζει το εγκληματικό παρελθόν του ναζισμού. Αλλά τότε στήθηκε μπροστά του η Ζωή Κωνσταντοπούλου, εξωκοινοβουλευτική τότε, ωρυόμενη ότι δεν είχε δικαίωμα να καταθέσει στεφάνι.
Αλλά, τότε, ανάμεσα στους πολίτες που είχαν βρεθεί στο Δίστομο ήταν και ο Μανώλης Γλέζος. Ο οποίος έπιασε από το χέρι τον γερμανό πρέσβη, παραμέρισε την ωρυόμενη πολιτικό και τον οδήγησε μπροστά στο μνημείο για να καταθέσει το στεφάνι στο μνημείο των εκτελεσθέντων. Δίνοντας ένα μάθημα δημοκρατίας και σεβασμού – για το οποίο η άλλοτε πολιτικός του ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύεται ανεπίδεκτη.