Γιώργος Γεραπετρίτης: «Είμαι αντίθετος στη λογική της ακινησίας»
«Είμαι κοσμοθεωρητικά αντίθετος στη λογική της ακινησίας», λέει στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» ο Γιώργος Γεραπετρίτης για τις προοπτικές της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, αλλά μπροστά στο ενδεχόμενο να διαταραχθούν τα «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο από τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό και την οριοθέτηση των θαλάσσιων πάρκων προειδοποιεί ουσιαστικά την Αγκυρα ότι «η Ελλάδα διαθέτει αποτελεσματικούς μηχανισμούς αντίδρασης».
Για τα επόμενα βήματα στα ελληνοτουρκικά, ο υπουργός Εξωτερικών παραπέμπει στη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, τον Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη, όπου αναμένεται να προσδιοριστεί και ο χρόνος για το πρωθυπουργικό ταξίδι στην Αγκυρα και το επόμενο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας. Τονίζει, ωστόσο, ότι στις διμερείς σχέσεις «η δυναμική έχει διαμορφωθεί και αποφέρει καρπούς». Παράλληλα, επισημαίνει ότι δημιουργείται θετικό έδαφος για επανεκκίνηση του τεχνικού διαλόγου με στόχο την οριοθέτηση ΑΟΖ με τη Λιβύη, παρά την ύπαρξη του ανυπόστατου, όπως το χαρακτηρίζει, τουρκολιβυκού μνημονίου.
Ας ξεκινήσουμε από τις τελευταίες εξελίξεις, με την ανακοίνωση των θαλάσσιων πάρκων σε Ιόνιο και Νότιες Κυκλάδες. Ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα για το υπόλοιπο Αιγαίο;
Η απόφαση της κυβέρνησης για καθιέρωση εθνικών θαλάσσιων πάρκων στο Ιόνιο και το Αιγαίο καθιστά την Ελλάδα πρωτοπόρο στο πεδίο της προστασίας του θαλάσσιου οικοσυστήματος στη Μεσόγειο και για τον λόγο αυτό έτυχε ευρύτατης αποδοχής από οικολογικές οργανώσεις, διεθνείς οργανισμούς και την κοινωνία των πολιτών. Η θάλασσα είναι ο μεγάλος μας πλούτος αλλά και κληροδότημα για τις επόμενες γενεές, στις οποίες οφείλουμε να καταλείπουμε σημαντικό κεφάλαιο. Ηδη, με τα νέα εθνικά θαλάσσια πάρκα, περίπου το ένα τρίτο των εθνικών χωρικών υδάτων θα απολαύει μεγαλύτερης προστασίας και θα αναβαθμιστεί η επιτήρησή του. Με κριτήρια αμιγώς περιβαλλοντικά προτεραιοποιήθηκαν τα πιο ευαίσθητα θαλάσσια οικοσυστήματα του Αιγαίου. Με την ολοκλήρωση της προβλεπόμενης θεσμικής διαδικασίας, δημόσιας διαβούλευσης και έκδοσης σχετικού προεδρικού διατάγματος, θα εκκινήσουν οι περιβαλλοντικές μελέτες για τα νέα θαλάσσια πάρκα του Αιγαίου.
Πώς «ζυγίζετε» την αντίδραση της Αγκυρας; Ανησυχείτε ότι μπορεί προσεχώς, με τα δικά της σχέδια για την προστασία του περιβάλλοντος που έχει προαναγγείλει, να κινηθεί έξω από το πλαίσιο των «ήρεμων νερών»;
Η Ελλάδα δεν δέχεται υποδείξεις από κανέναν για το τι θα πράξει στα χωρικά της ύδατα και αυτό το καταστήσαμε απολύτως σαφές με την απάντησή μας στην αντίδραση της Τουρκίας. Τίποτε δεν πρόκειται να μας σταματήσει από το να ασκούμε τα δικαιώματά μας και να εφαρμόζουμε τις εθνικές πολιτικές μας. Το αποδείξαμε με τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό καθώς και με την προκήρυξη έρευνας και αξιοποίησης θαλάσσιων οικοπέδων νοτίως της Κρήτης, σε εκδήλωση ενδιαφέροντος της Chevron.
Ειδικά η βιωσιμότητα του θαλάσσιου περιβάλλοντος αποτελεί κοινή πρόκληση όλων των μεσογειακών χωρών και κάθε σχετική πρωτοβουλία είναι καλοδεχούμενη. Αρκεί, βεβαίως, να μη θίγει δικαιώματα άλλων χωρών και να ερείδεται σε γνήσια περιβαλλοντικά κίνητρα. Σε αντίθετη περίπτωση, η Ελλάδα διαθέτει αποτελεσματικούς μηχανισμούς αντίδρασης.
Υπάρχει τους τελευταίους μήνες ακινησία στα ελληνοτουρκικά ή η εικόνα είναι διαφορετική; Με δεδομένο ότι το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας και η νέα συνάντηση κορυφής στην Αγκυρα πηγαίνουν πλέον από φθινόπωρο, τι προσδοκίες υπάρχουν;
Είμαι κοσμοθεωρητικά αντίθετος στη λογική της ακινησίας. Είναι ακριβώς αυτή η αντίληψη περί ωφέλιμης ακινησίας που εξέθρεψε διαχρονικά τις τουρκικές αξιώσεις και απομείωσε τη δική μας διαπραγματευτική θέση. Από τον Σεπτέμβριο του 2023 επιλέξαμε να τοποθετήσουμε τις διμερείς μας σχέσεις στο πλαίσιο δομημένου διαλόγου, αποτελούμενου από τρεις πυλώνες με συγκεκριμένους ιδιοκτήτες και παραδοτέα, εντός του οποίου εργαζόμαστε συστηματικά. Μόλις τον περασμένο Ιούνιο είχαμε την πραγματοποίηση του Πολιτικού Διαλόγου και της Θετικής Ατζέντας. Είχαν προηγηθεί η επιχειρηματική αποστολή τον Μάιο στην Κωνσταντινούπολη και τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης τον Απρίλιο στη Θεσσαλονίκη.
Η δυναμική έχει διαμορφωθεί και αποφέρει καρπούς. Συνεχίζουμε να παρατηρούμε αύξηση του διμερούς εμπορίου, να ελέγχουμε τις μεταναστευτικές ροές, να συντονιζόμαστε στον τομέα της πολιτικής προστασίας, να ενισχύουμε την τοπική οικονομία και τους δεσμούς μεταξύ των λαών μας με δράσεις όπως το πρόγραμμα ταχείας θεώρησης σε 12 πλέον ελληνικά νησιά. Και, βεβαίως, να σημειώνουμε την ελαχιστοποίηση του αριθμού των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου. Σε ό,τι αφορά τις υψηλού επιπέδου συναντήσεις, ο Πρωθυπουργός αναμένεται να συναντηθεί με τον τούρκο πρόεδρο τον ερχόμενο Σεπτέμβριο στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, όπου πιθανόν θα καθοριστεί και ο χρόνος διενέργειας του επόμενου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας.
Η άρση του casus belli θα τεθεί επισήμως στο τραπέζι από την πλευρά μας; Το σενάριο για επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια είναι μόνο σενάριο;
Η απειλή casus belli για την ενάσκηση νόμιμου κατά το διεθνές δίκαιο δικαιώματος κυριαρχίας μιας χώρας είναι αδιανόητη και συνιστά ένα διαρκές αγκάθι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το ζήτημα αυτό τίθεται συγκροτημένα από τη χώρα μας σε διεθνή fora και σε διμερείς επαφές μας. Η δε επέκταση των χωρικών μας υδάτων έως τα 12 ναυτικά μίλια είναι δικαίωμα που όχι μόνο δεν απεμπολούμε, αλλά συνιστά διαρκή παράμετρο της εξωτερικής πολιτικής μας. Αλλωστε, ήταν κυβέρνηση του σημερινού Πρωθυπουργού – η πρώτη και μόνη ιστορικά – που επεξέτεινε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια στο Ιόνιο και έως το ακρωτήριο Ταίναρο. Με την παρούσα κυβέρνηση κανένα σενάριο υποστήριξης των εθνικών συμφερόντων δεν είναι μόνο υποθετικό.
Ο δρόμος της Χάγης παραμένει κλειστός;
Για να ανοίξει ο δρόμος θα πρέπει να βρεθεί κοινός τόπος σε ό,τι αφορά το εύρος της συζήτησης. Παραμένει αμετακίνητη η θέση μας περί μιας και μόνης διαφοράς.
Η επιμονή της Τουρκίας για δύο κράτη στην Κύπρο πώς μπορεί να ξεπεραστεί;
Να ξεκινήσουμε από τα βασικά. Συνιστά σημαντικό βήμα ότι επανεκκίνησαν οι άτυπες συναντήσεις υπό τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, τόσο μεταξύ των δύο ηγετών όσο και σε διευρυμένη μορφή, που έχουν οδηγήσει σε έναν κατάλογο Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και σε χρονοδιάγραμμα για τα επόμενα βήματα. Αυτό δεν ήταν καθόλου απλό ύστερα από μία επταετία αδράνειας στο Κυπριακό, μετά το Κραν Μοντανά. Επενδύσαμε για τον στόχο αυτό μεγάλη ενέργεια, σε σύμπνοια με την Κυπριακή Δημοκρατία, ενώ καθοριστική ήταν η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Και τούτο διότι έως πριν από μερικούς μήνες η πάγια θέση της Τουρκίας και της ηγεσίας των Τουρκοκυπρίων ήταν ότι δεν πρόκειται να συζητήσουν, παρά μόνο αν τους αναγνωριστεί κυρίαρχο στάτους στα Κατεχόμενα. Εντούτοις, στο μέτρο που οι συζητήσεις γίνονται εντός ΟΗΕ, αφεύκτως συνομολογείται ότι γίνεται δεκτό το πλαίσιο που θέτει ο ίδιος ο Οργανισμός μέσω των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας. Διχαστικές λογικές που αγνοούν το διεθνές δίκαιο δεν πρόκειται να γίνουν δεκτές από κανέναν, όχι μόνο από την Ελλάδα και την Κύπρο. Θα συνεχίσουμε να έχουμε ως μείζονα εθνική προτεραιότητά μας την προσπάθεια για την επανένωση της Κύπρου.
Η Λιβύη είναι μια χαμένη υπόθεση; Ολες οι κινήσεις από Τρίπολη και Βεγγάζη αντιστρατεύονται τις ελληνικές θέσεις και η χώρα δείχνει να κινείται στους ρυθμούς της Τουρκίας. Υπάρχουν για εμάς αξιόπιστοι συνομιλητές; Το σκηνικό που διαμορφώνεται με τα μεταναστευτικά κύματα αλλά και την αμφισβήτηση των ελληνικών θαλάσσιων οικοπέδων δείχνει πλέον συγκρουσιακό. Πού έχετε καταλήξει μετά την πρόσφατη διπλή επίσκεψή σας;
Η Λιβύη είναι μια χώρα στην οποία επικρατεί εθνικός διχασμός. Τόσο στην Ευρωπαϊκή Ενωση όσο και στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υποστηρίζουμε ότι η Λιβύη θα πρέπει να βοηθηθεί ώστε να αποκτήσει ένα πρόγραμμα εθνικής συμφιλίωσης, αμιγώς δικής της ιδιοκτησίας. Η πολυετής διείσδυση της Τουρκίας στη Λιβύη, με αποκορύφωμα το ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο του 2019, δεν έχει βοηθήσει στην αυτοδύναμη πορεία της χώρας. Τα τελευταία χρόνια, χτίσαμε σταδιακά τη σχέση μας με τις δύο πλευρές της Λιβύης, αναβαθμίζοντας την εκπροσώπηση στην πρεσβεία μας στην Τρίπολη και επεκτείνοντας τη δραστηριότητα του γενικού προξενείου μας στη Βεγγάζη.
Oι επισκέψεις μου σε Τρίπολη και Βεγγάζη ήταν καλά προετοιμασμένες, οι συναντήσεις έγιναν στο υψηλότερο επίπεδο και περιελάμβαναν στοχευμένες προτάσεις συνεργασίας. Σε σχέση με τις θαλάσσιες ζώνες, είμαστε διατεθειμένοι να επανεκκινήσουμε τον τεχνικό διάλογο για την οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, θέτοντας εκτός συζήτησης οτιδήποτε σχετίζεται με ανυπόστατες συμφωνίες. Οι ρηματικές διακοινώσεις της Λιβύης στον ΟΗΕ απηχούν παλαιότερες θέσεις και θα απαντηθούν εμπεριστατωμένα και προσηκόντως. Είναι σημαντικό, πάντως, ότι όταν η Λιβύη έδωσε προς εκμετάλλευση θαλάσσια οικόπεδα, σεβάστηκε τη θέση της Ελλάδας που αφορά τη μέση γραμμή. Σε ό,τι αφορά το Μεταναστευτικό, παρατηρήθηκε όντως σημαντική αύξηση ροών από την Ανατολική Λιβύη, η οποία οφειλόταν εν πολλοίς στις μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών, καθώς κράτη της περιοχής του Σαχέλ βρίσκονται σε καθεστώς ένοπλων συρράξεων.
Σε συνέχεια των επισκέψεών μου, η κατάσταση βαίνει βελτιούμενη. Οι μεταναστευτικές ροές έχουν περιοριστεί, η διμερής συνεργασία με τις δύο πλευρές έχει εκκινήσει και το τουρκολιβυκό μνημόνιο δεν έχει κυρωθεί από τη Βουλή της Ανατολικής Λιβύης. Παρά τα μεγάλα εσωτερικά προβλήματα στη Λιβύη, η Ελλάδα είναι σήμερα η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που έχει απευθείας διαύλους επικοινωνίας στο υψηλότερο επίπεδο με τις δύο πλευρές. Χωρίς να έχουν επιλυθεί χρόνια θέματα μεταξύ μας, κυρίως εξαιτίας της αδυναμίας ολοκλήρωσης συμφωνίας οριοθέτησης έως το 2010 και της σύναψης του τουρκολιβυκού μνημονίου, νομίζω πλέον εκφράζεται αμοιβαία η ανάγκη δύο αληθώς γειτονικές χώρες να συνομιλούν και να συνεργάζονται.
«Στις αρχές Αυγούστου στην Αθήνα ο αιγύπτιος ΥΠΕΞ για τη Μονή Σινά»
Το ζήτημα της Μονής Σινά σε ποια φάση βρίσκεται; Τι περιμένουμε από το Κάιρο και πότε;
Πρόκειται για ένα ζήτημα υψηλής ευαισθησίας, το οποίο φοβούμαι ότι ορισμένοι, πιθανόν από ελλιπή ενημέρωση, παρερμήνευσαν. Η Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Ορους Σινά, μια μονή με τεράστια ιστορική και συναισθηματική αξία για την Ορθοδοξία, λειτουργεί για περισσότερο από 1.500 χρόνια. Δυστυχώς, παρά τη μακραίωνη θρησκευτική της λειτουργία, ουδέποτε προβλέφθηκε, έστω στοιχειωδώς, από την αιγυπτιακή έννομη τάξη ειδικό καθεστώς για τη Μονή. Αυτό σήμαινε ότι η Μονή δεν είχε τίτλο κυριότητας αναγνωρισμένο από τον νόμο, δεν είχε νομική προσωπικότητα ώστε να αποκτά περιουσία στο όνομά της, οι δε εγκαταβιούντες μοναχοί λάμβαναν μηνιαίες ανανεούμενες άδειες διαμονής κατά την κρίση του αιγυπτιακού Δημοσίου. Η εκδοθείσα απόφαση του Εφετείου αναγνώρισε τον εσαεί λατρευτικό χαρακτήρα της Μονής – για πρώτη φορά με τρόπο ρητό και θεσμικά μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση -, δεν αναγνώρισε όμως την κυριότητα της Μονής στους επίδικους χώρους.
Συνεπώς, δεν «χάσαμε» την Ιερά Μονή, η οποία διατηρεί απρόσκοπτα τον ελληνορθόδοξο χαρακτήρα της. Βεβαίως αυτό δεν είναι αρκετό. Παραμένουν ανοικτά τα ζητήματα κυριότητας των λατρευτικών χώρων, της νομικής προσωπικότητας και της ανανέωσης της μοναστικής κοινότητας. Μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης ανέλαβα την ευθύνη να συζητήσω τα θέματα αυτά με τον αιγύπτιο ομόλογό μου, τον οποίο θα υποδεχτώ στην Αθήνα στις αρχές Αυγούστου. Για τον λόγο αυτό, βρίσκομαι σε τακτική επικοινωνία με τη σιναϊτική κοινότητα, που αποτυπώνει την ιστορική μνήμη της Μονής.
Θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό ότι η Ελλάδα συζητεί με την Αίγυπτο για το θέμα της Μονής, διότι έτσι εμπεδώνεται και ο ρόλος θεματοφύλακα που ιστορικά μας αναλογεί. Εκτιμώ ότι υπάρχει κοινή βούληση για τη διευθέτηση των εξαιρετικά σύνθετων νομικών ζητημάτων που εκκρεμούν. Αλλωστε με την Αίγυπτο δεν μας συνδέει μόνο μια στρατηγική σχέση αλλά και μια εκτεταμένη συναντίληψη για τα περιφερειακά και διεθνή θέματα. Η θεσμική αναγνώριση της υπόστασης και η νομική εξασφάλιση της συνέχειας της Μονής θα αποτελούσαν μοναδική ιστορική τομή σε 15 αιώνες λειτουργίας.
Τέλος, με νομοσχέδιο που ήδη βρίσκεται σε διαδικασία επεξεργασίας στη Βουλή των Ελλήνων, επιλύεται οριστικά το ζήτημα της νομικής προσωπικότητας της Ιεράς Μονής του Σινά στην ελληνική επικράτεια. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική εξέλιξη που ανταποκρίνεται σε ένα πάγιο αίτημα της σιναϊτικής κοινότητας και διασφαλίζει, μεταξύ άλλων, την εκπροσώπηση της Μονής στην Ελλάδα, τη διαχείριση της περιουσίας της και την ενίσχυση της αποστολής της.
«Κριτική χωρίς αυτοκριτική είναι ο ορισμός της υποκρισίας»
«Ολοι κρινόμαστε από την ιστορία» αναφέρει ο Γιώργος Γεραπετρίτης για τις βολές που δέχεται σχετικά με τη διαχείριση των εθνικών θεμάτων, ενώ απευθυνόμενος και στο εσωκομματικό πεδίο, αξιολογώντας προηγούμενες κυβερνήσεις, προτρέπει να κάνουν την αυτοκριτική τους, γιατί «κριτική χωρίς αυτοκριτική είναι ο ορισμός της υποκρισίας».
Οι βολές από το εσωκομματικό πεδίο για τη διαχείριση των εθνικών θεμάτων – και δεν αναφέρομαι μόνον στην επίθεση που δέχεστε από τον Αντώνη Σαμαρά – σε τι βαθμό αποτελούν εμπόδιο στον σχεδιασμό σας; Παρά την κάλυψη που σας παρείχε ο Πρωθυπουργός, αισθάνεστε ότι πολιτικά σας βλέπουν ως εύκολο στόχο;
Μερικές φορές αισθάνομαι ότι ο τελικός στόχος δεν είμαι εγώ. Εξάλλου, ο σχεδιασμός της εξωτερικής πολιτικής δεν είναι ιδιοκτησία του εκάστοτε υπουργού Εξωτερικών αλλά καθορίζεται από τον Πρωθυπουργό και το ΚΥΣΕΑ. Εκ πεποιθήσεως θεωρώ ότι η κριτική είναι απολύτως αναγκαία και τα δημόσια πρόσωπα οφείλουν να την αποδέχονται, όσο αυστηρή και αν είναι. Εντούτοις, για ορισμένους, η ευπρέπεια και η έλλειψη προσωπικής πολιτικής ατζέντας γίνονται αντιληπτά ως αδυναμία. Και το αποτέλεσμα είναι προσωπικές και εμπαθείς βολές, οι οποίες ενίοτε εμπίπτουν στο πεδίο της χυδαιότητας. Σε αυτές επιλέγω συνειδητά να μην απαντώ και προσπαθώ να μην επηρεάζομαι κατά το δυνατόν. Μοναδικό μου κίνητρο είναι η επιθυμία να υπηρετήσω την πατρίδα μου, στην οποία άλλωστε οφείλω ό,τι έχω πετύχει. Δεν μπήκα στην πολιτική ζωή για να ανελιχθώ επαγγελματικά ή κοινωνικά. Προσήλθα με μια εδραιωμένη ακαδημαϊκή διαδρομή, εντελώς αυτοδημιούργητος, και αυτό αποτελεί για μένα τον μεγαλύτερο τίτλο τιμής.
Οσοι από αντιπολιτευτικό οίστρο, από άγνοια των σύνθετων γεωπολιτικών προκλήσεων, από ιδιοτελή καιροσκοπισμό ή για να αποσείσουν δικές τους ευθύνες του παρελθόντος επιλέγουν τις ανέξοδες φωνασκίες περί τα εθνικά θέματα, στοχεύοντας να διεγείρουν το θυμικό των ανθρώπων, παρέχουν κάκιστη υπηρεσία στην πατρίδα. Ολοι κρινόμαστε από την ιστορία. Εγώ πιστεύω ότι, όταν αποχωρήσω από την τιμητική θέση του υπουργού Εξωτερικών, η Ελλάδα θα βρίσκεται σε μια πολύ ισχυρή θέση στον κόσμο. Με ισχυρότατο αποτύπωμα στους διεθνείς οργανισμούς, με στρατηγικές συμμαχίες με τις κρίσιμες χώρες, με ενεργητικές πολιτικές που θα έχουν προωθήσει της θέση της Ελλάδας, με τους Ελληνες να αισθάνονται ασφαλείς και υπερήφανοι για την πατρίδα τους. Και να είστε βέβαιος ότι θα πράξω και εκείνο που άλλοι παραλείπουν καθ’ έξιν: την αυτοκριτική. Κριτική χωρίς αυτοκριτική είναι ο ορισμός της υποκρισίας.