Χιροσίμα 1945: Οι άνθρωποι που γύρισαν από τον όλεθρο
Ο Τζον Χέρσι, πολεμικός ανταποκριτής για το “Time” και το “Life” την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, φτάνει στη Χιροσίμα περίπου εννιά μήνες μετά τη ρίψη της ατομικής βόμβας (6 Αυγούστου 1945). Μέσα από τις μαρτυρίες 6 επιζώντων και τη συνδρομή άλλων κατοίκων αναπλάθει την καταστροφική ημέρα και τις επιπτώσεις της συγκεντρώνοντας το διαθέσιμο υλικό για το περιοδικό “New Yorker”, το οποίο αφιερώνει όλο το τεύχος του Αυγούστου του 1946 στην αυτοψία φτάνοντας τελικά να πουλήσει 300.000 αντίτυπα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της εποχής. Τι μαθαίνει ο Χέρσι και μαζί του οι αναγνώστες; Ότι οι επιστήμονες είχαν ανακαλύψει πως ο πυρίτης, το σημείο τήξεως του οποίου είναι οι 9.000 βαθμοί Κελσίου, είχε λιώσει σε γρανιτένιες ταφόπλακες 350 μέτρα από το σημείο της έκρηξης. Ότι «έπειτα από εξέταση άλλων σημαντικών υπολειμμάτων καύσης και λιωμένων θραυσμάτων, οι ειδικοί συμπέραναν ότι η θερμοκρασία στο επίκεντρο… πρέπει να είχε φτάσει τους 6.000 βαθμούς». Ότι επίσης μετατοπίστηκαν μαρμάρινες ταφόπλακες σε κοιμητήρια, ανατράπηκαν 22 από τα 47 βαγόνια στον σιδηροδρομικό σταθμό, ανυψώθηκε και μετακινήθηκε ο τσιμεντένιος δρόμος σε μία από τις γέφυρες. Και ότι μετά την έκρηξη τεράστιες σταγόνες νερού σε μέγεθος μαρμάρινων πλακών άρχισαν να πέφτουν από τον ουρανό: ήταν σταγόνες συμπυκνωμένης υγρασίας που έπεφταν από τον στροβιλώδη πύργο σκόνης, θερμότητας και προϊόντων της πυρηνικής σχάσης που είχαν ήδη ανέβει χιλιόμετρα ψηλά στον ουρανό πάνω από τη Χιροσίμα.
Οι συγκλονιστικές ιστορίες, ωστόσο, ανήκουν στους έξι επιζώντες -τους «χιμπακούσα», όπως τους ονομάζουν στην Ιαπωνία: δηλαδή αυτούς «που επηρεάστηκαν από την έκρηξη». Οι Ιάπωνες αποφεύγουν μάλιστα τον όρο «επιζώντες», επειδή η έμφαση που δίνει στο γεγονός ότι κάποιοι έμειναν ζωντανοί θα μπορούσε να εκληφθεί ως προσβολή για τους ιερούς νεκρούς τους.
Ιστορία 1: ο αιδεσιμότατος Τανιμότο
Στις 8.15 το πρωί, ώρα Ιαπωνίας, ο αιδεσιμότατος Κιγιόσι Τανιμότο, εφημέριος της Εκκλησίας των Μεθοδιστών της Χιροσίμα, σταματά έξω από την πόρτα ενός σπιτιού στα δυτικά προάστια της πόλης. Ετοιμάζεται να ξεφορτώσει ένα καρότσι γεμάτο αντικείμενα που έχει περιμαζέψει εξαιτίας των φημών για μια μαζική επιδρομή Β-29. Αυτός ήταν άλλωστε ο λόγος που και εκείνη την ημέρα είχε ξυπνήσει από τις 5 τα ξημερώματα. Τη στιγμή που στέκεται στην πόρτα μια πελώρια λάμψη διασχίζει τον ουρανό. Όπως θα θυμηθεί αργότερα, το φως ήταν σαν να ταξίδευε από την Ανατολή στη Δύση, από την πόλη στους λόφους. «Έμοιαζε σαν ένα σεντόνι από ήλιο». Ο πατήρ Τανιμότο δεν το γνωρίζει, αλλά εκείνη τη στιγμή βρίσκεται 3.200 μέτρα μακριά από το κέντρο της έκρηξης. Κάνοντας τέσσερα – πέντε βήματα χώνεται ανάμεσα σε δύο μεγάλους βράχους στον κήπο του σπιτιού. Κρατιέται μάλιστα πολύ σφιχτά από τον ένα. Καθώς πιέζει το πρόσωπό του στον βράχο, δεν βλέπει τι συνέβη. Νιώθει παράλληλα ένα ξαφνικό «κύμα» να τον απωθεί και λίγο μετά θραύσματα και κομμάτια γιαλιών, ξύλου και κεραμιδιών που πέφτουν επάνω του. Δεν ακούει καμία βουή (όπως και σχεδόν κανένας από τους αυτόπτες μάρτυρες της Χιροσίμα,οι οποίοι καταθέτουν αργότερα ότι δεν μπορούν να ανακαλέσουν οποιονδήποτε θόρυβο). Μόλις αναθαρρεί, ο Τανιμότο σηκώνει το κεφάλι του και βλέπει ότι το σπίτι μπροστά του έχει καταρρεύσει.
Ιστορία 2: η υπάλληλος Τοσίκο Σασάκι
Ακριβώς τη στιγμή που η λάμψη της βόμβας σκεπάζει τον ουρανό η Τοσίκο Σασάκι, υπάλληλος του Τμήματος Προσωπικού της East Asia Tin Works, μόλις έχει καθίσει στη θέση της και στρέφει το κεφάλι της για να μιλήσει στη συνάδελφο του διπλανού γραφείου. Η ίδια παραλύει από φόβο και καθηλώνεται για ώρα στην καρέκλα της. Όλα καταρρέουν και εκείνη χάνει τις αισθήσεις της. Οι βιβλιοθήκες από πίσω της γέρνουν μπροστά και το περιεχόμενό τους την καταπλακώνει με το αριστερό της πόδι να υφίσταται κατάγματα. Όταν τη βγάζουν στην αυλή αρχίζει να βρέχει. Κάποια στιγμή ένας άντρας την παίρνει στα χέρια του και τοποθετεί ένα μεγάλο φύλλο από αυλακωτό σίδερο σαν ένα είδος στεγάστρου και τη μεταφέρει κάτω από αυτό.
Τον Αύγουστο του 1946 μόλις αρχίζει να συνέρχεται από τη δοκιμασία του πόνου και της κατάθλιψης που έχει υπομείνει επί ένα χρόνο. Το 1954 μπαίνει στο γαλλικό τάγμα των Υπηρετών των Αγίων Πνευμάτων του Καθαρτηρίου, το μοναστήρι του οποίου βρίσκεται στη Μισάσα. Το 1957 δίνει τον όρκο της αγνότητας και της υπακοής και γίνεται η αδελφή Ντομινίκ Σασάκι. Ως το τέλος της ζωής της υποφέρει από τις παθήσεις των «χιμπακούσα»: ηπατική δυσλειτουργία. Πρωινό πυρετό, οριακή στηθάγχη, αιματώματα στα πόδια, ανιχνεύσιμες ποσότητες ρευματοειδούς παράγοντα στις αιματολογικές εξετάσεις.
Ιστορία 3: Χατσούγιο Νακαμούρα
Καθώς η κυρία Νακαμούρα στέκεται εκείνο το πρωί κοιτάζοντας τον γείτονά της, ένα φως πιο λευκό από οτιδήποτε λευκό έχει δει ποτέ περνάει από μπροστά της. Δεν παρατηρεί καν τι συμβαίνει στον άντρα της διπλανής πόρτας. Τα αντανακλαστικά της μάνας την ωθούν να κινηθεί προς τα παιδιά της. Κάνει ένα μόνο βήμα (το σπίτι βρίσκεται 1.200 μέτρα από το επίκεντρο της έκρηξης) όταν κάτι απροσδιόριστο τη σηκώνει στον αέρα και την εκδφενδονίζει στο διπλανό δωμάτιο, πάνω από τα κρεβάτια, μαζί με κομμάτια και συντρίμμια του σπιτιού της…
Το πρωί της 20ής Αυγούστου ντύνεται στο σπίτι της κουνιάδας της στο Κάμπε. Δεν φέρει τραύματα, δεν έχει υποστεί εγκαύματα, αλλά παρατηρεί κάτι ανησυχητικό. Αν και όλη την προηγούμενη εβδομάδα αισθάνεται ναυτία, εκείνη την ημέρα αρχίζει να χάνει τα μαλλιά της. «Μετά το πρώτο πέρασμα της χτένας, παρατήρησε ότι είχε παρασυρθεί μαζί της μια ολόκληρη τούφα μαλλιά· το ίδιο συνέβη και τη δεύτερη φορά, οπότε σταμάτησε αμέσως να χτενίζεται». Για την ιστορία, τα επόμενα χρόνια θα ζήσει πουλώντας ψάρια από πόρτα σε πόρτα και μοιράζοντας εφημερίδες κατ’ οίκον. Όλα αυτά έως το 1951, οπότε της παραχωρείται ένα καινούργιο σπίτι. Το 1966 συνταξιοδοτείται και το 1975 αρχίζει να λαμβάνει επιδόματα και σύνταξη χηρείας.
Ιστορία 4: ο δόκτωρ Μασακάζου Φουτζίι
Δεκαπέντε λεπτά μετά τις 8 το πρωί, 6 Αυγούστου 1945 ο δρ. Φουτζίι κάθεται σταυροπόδι για να διαβάσει την εφημερίδα “Osaka Asahi” στη βεράντα της ιδιόκτητης κλινικής του, πάνω από τα δέλτα των εφτά ποταμών που διασχίζουν τη Χιροσίμα. Η βεράντα μάλιστα είναι χτισμένη με ιδιαίτερο τρόπο και το ίδιο ισχύει για ολόκληρο το κτίριο: είναι κλινική για έναν μόνο γιατρό. Δεν διαθέτει κρεβάτια, αλλά μόνο ψάθινα στρώματα. Έχει, ωστόσο, κάθε είδους μοντέρνο εξοπλισμό: μηχάνημα ακτίνων Χ, συσκευή διαθερμίας και υπερσύγχρονο εργαστήριο. Ο δόκτωρ, λοιπόν, μένει με τα εσώρουχα επειδή η ημέρα είναι ήδη ζεστή και αρχίζει να διαβάζει. Και τότε βλέπει τη λάμψη. «Του φάνηκε σαν ένα λαμπερό κίτρινο φως». Έκπληκτος προσπαθεί να σταθεί στα πόδια του. Εκείνη τη στιγμή η κλινική γέρνει προς τα πίσω και, με έναν τρομερό θόρυβο, αποσχίζεται από τα θεμέλιά της και πέφτει μέσα στο ποτάμι. Ο ίδιος πέφτει προς τα μπρος, κυλάει στο έδαφος και χτυπάει πάνω στα συντρίμμια. Χάνει την επαφή με την πραγματικότητα, αλλά προλαβαίνει να νιώσει το νερό στο σώμα του. Θα μείνει τελικά ζωντανός, σφηνωμένος ανάμεσα σε δύο μακριά ξύλα σε σχήμα V πάνω στο στήθος του. Ο αριστερός του ώμος πονάει τρομερά και ο ίδιος δεν μπορεί να βρει τα γιαλιά του. Τελικά φτάνει στο σπίτι της οικογένειάς του το βράδυ: οχτώ χιλιόμετρα μακριά από το κέντρο της πόλης.
Το 1948 χτίζει μια νέα κλινική, στο σημείο της κατεστραμμένης: ένα λιτό ξύλινο κτίριο με 6 υπνοδωμάτια για κλινήρεις ασθενείς. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1963 τα παιδιά του τον βρίσκουν αναίσθητο στο δωμάτιό του, με μια σόμπα υγραερίου στο προσκέφαλο του στρώματός του. Τα ζωτικά όργανά του, ωστόσο, δε φαίνεται να είναι ακόμη σε κρίσιμη κατάσταση. Στις 4 Ιανουαρίου μεταφέρεται στο νοσοκομείο. Από το 1963 έως το 1973 ζει τρεφόμενος με σωλήνα, αρχικά στο νοσοκομείο, στη συνέχεια στο σπίτι του. Στις 12 Ιανουαρίου 1973 η σύζυγός του τον βρίσκει νεκρό. Αποδεικνύεται ότι έχει όγκο στο συκώτι, σε μέγεθος μπάλας του πινγκ-πονγκ.
Ιστορία 5: ο πάστορας Βίλχελμ Κλαϊνζόργκε
Το πρωί της έκρηξης ο 38χρονος πατήρ Βίλχελμ Κλαϊνζόργκε του τάγματος των Ιησουιτών βρίσκεται σε μια μάλλον ευάλωτη κατάσταση. Η διατροφή εν καιρώ πολέμου τον έχει εξασθενήσει και νιώθει ψυχολογική πίεση ως ξένος σε μια ολοένα και πιο ξενοφοβική Ιαπωνία. Μετά την εκτυφλωτική λάμψη δεν καταλαβαίνει πώς βρέθηκε έξω από το σπίτι. Το επόμενο πράγμα το οποίο συνειδητοποιεί είναι ότι τριγυρνά στον λαχανόκηπο της ιεραποστολής με τα εσώρουχά του, αιμορραγώντας ελαφρά από τις πληγές κατά μήκος της αριστερής του πλευράς. Βλέπει τότε ότι όλα τα κτίρια τριγύρω έχουν καταρρεύσει εκτός από εκείνο της ιεραποστολής. O ίδιος έχει σωθεί και έστω βαριά τραυματισμένος φτάνει ως το πάρκο Άσανο, εκεί όπου συγκεντρώνονται ολοένα και περισσότεροι τραυματίες. Με το πέρασμα των χρόνων μαθαίνει ότι τα λευκά αιμοσφαίριά του πέφτουν συνεχώς, ενώ πονάνε οι αρθρώσεις του. Το 1961 η Επισκοπή τον απαλλάσσει από τα καθήκοντά του και τον στέλνει σε μια μικρή εκκλησία στην κωμόπολη Μουκαϊχάρα. Φεύγει από τη ζωή στις 19 Νοεμβρίου 1977 και θάβεται σε ένα πευκοδάσος στον λόφο πάνω από την Ιερατική Σχολή στο Ναγκάτσουκε.
Ιστορία 6: ο δόκτωρ Τερουφούμι Σασάκι
Ο χειρουργός Τερουφούμι Σασάκι έχει φτάσει στη Χιροσίμα εκείνο το πρωί ως νεαρό μέλος του προσωπικού στο μεγάλο νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού. Το περασμένο βράδυ έχει δει έναν εφιάλτη και αισθάνεται αδύναμος. Λίγο πριν από τις 8 παίρνει αίμα από το χέρι ενός ασθενούς για να εκτελέσει ένα τεστ Βάσερμαν. Στέκεται ένα βήμα από το ανοιχτό παράθυρο όταν το εκτυφλωτικό φως της βόμβας αντικατοπτρίζεται σαν γιγαντιαία φωτογραφική λάμψη στον διάδρομο. Τα γυαλιά φεύγουν από το πρόσωπό του, το φιαλίδιο με το αίμα πέφτει πάνω σε έναν τοίχο. Ο ίδιος είναι ο μόνος γιατρός στο νοσοκομείο που δεν έχει τραυματιστεί. Αμέσως παίρνει επιδέσμους και αρχίζει να επιδένει τις πληγές όσων βρίσκονται μέσα στον χώρο.
Μετά την τραγωδία συνεχίζει ως χειρουργός με ειδίκευση στην αφαίρεση χηλοειδών ουλών (εξογκώσεων που σχηματίζονταν πάνω από σοβαρά εγκαύματα). Ύστερα από ιατρικό έλεγχο στη Γιοκοχάμα το 1963 ανακαλύπτει μια σκιά στον αριστερό του πνεύμονα. Κάνει βιοψία και όταν συνέρχεται από την αναισθησία διαπιστώνει ότι έχει αφαιρεθεί ολόκληρος ο πνεύμονάς του. Μερικές ώρες μετά σπάει ένα ράμμα σε αιμοφόρο αγγείο προς την κοιλότητα του πνεύμονα και ο ίδιος βιώνει επιθανάτια εμπειρία. Μέχρι το τέλος του θα ζήσει με μια ανεξίτηλη πικρή λύπη: ότι στο χάος του νοσοκομείου μετά τη ρίψη της βόμβας δεν μπορούσαν να διατηρηθούν τα στοιχεία ταυτότητας εκείνων που οι σοροί τους σύρθηκαν έξω για τις μαζικές καύσεις, «με αποτέλεσμα ανώνυμες ψυχές να εξακολουθούν να πλανώνται εκεί, άταφες, χωρίς φροντίδα».