Ντόναλντ Τραμπ: Τι τον φέρνει σε σύγκρουση με Μόντι
Ο Ναρέντρα Μόντι ήταν ένας από τους πρώτους ηγέτες που επισκέφθηκαν την Ουάσιγκτον εβδομάδες μετά την έναρξη της δεύτερης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ αποκάλεσε τον 75χρονο πρωθυπουργό της Ινδίας «μεγάλο φίλο» του, καθώς οι δύο χώρες έθεσαν τον φιλόδοξο στόχο να διπλασιάσουν το εμπόριό τους στα 500 δισ. δολάρια έως το 2030. Ωστόσο, λιγότερο από έξι μήνες αργότερα, η φιλία φαίνεται να έχει διαταραχθεί, με τους αναλυτές να κάνουν λόγο για «τις χειρότερες σχέσεις Ινδίας – ΗΠΑ τα τελευταία 50 χρόνια».
Ο Τραμπ έχει πλέον επιβάλει συνολικά δασμούς 50% σε αγαθά που εισάγονται από την Ινδία. Αρχικά επέβαλε δασμό 25%, αλλά ανακοίνωσε επιπλέον 25% την Τετάρτη ως ποινή για την αγορά ρωσικού πετρελαίου από το Δελχί – μια κίνηση που η ινδική κυβέρνηση χαρακτήρισε «άδικη, αδικαιολόγητη και παράλογη». Μόλις την περασμένη εβδομάδα, ο Τραμπ χαρακτήρισε την οικονομία της Ινδίας «νεκρή», ενώ η προηγούμενη απειλή του να επιβάλει επιπλέον 10% για την ένταξη της χώρας στην ομάδα BRICS, η οποία περιλαμβάνει την Κίνα, τη Ρωσία και τη Νότια Αφρική ως ιδρυτικά μέλη, εξακολουθεί να ισχύει.
Αυτή είναι μια εκπληκτική ανατροπή σε μια σχέση που έδειχνε να ενδυναμώνεται όλο και περισσότερο τις τελευταίες δύο δεκαετίες, χάρη στις προσπάθειες διαδοχικών κυβερνήσεων και στις δύο χώρες, τη διακομματική υποστήριξη και τη σύγκλιση σε παγκόσμια ζητήματα. Τι πήγε λοιπόν στραβά;
«Αγκάθι» το Πακιστάν
Ο Τραμπ έχει σχολιάσει πολλά ζητήματα που το Δελχί θεωρεί κόκκινες γραμμές. Το κυριότερο μεταξύ αυτών είναι ότι ο Τραμπ επανειλημμένα θέτει την Ινδία και τον αντίπαλό της Πακιστάν σε ισότιμη βάση – κάτι που η κυβέρνηση Μόντι, η οποία συχνά χρησιμοποιεί εθνικιστικές και θρησκευτικές κορόνες, δεν φαίνεται να μπορεί να δεχθεί. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ φιλοξένησε τον αρχηγό του πακιστανικού στρατού στον Λευκό Οίκο λίγες εβδομάδες μετά από μια πικρή σύγκρουση μεταξύ των δύο αντιπάλων της Νότιας Ασίας και στη συνέχεια υπέγραψε εμπορική συμφωνία με το Ισλαμαμπάντ, ισχυριζόμενος ότι εκείνος μεσολάβησε για εκεχειρία μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν. Ως απάντηση, ο Μόντι δήλωσε στο ινδικό κοινοβούλιο ότι«καμία χώρα δεν είχε μεσολαβήσει στην κατάπαυση του πυρός». Δεν κατονόμασε τον Τραμπ ή τις ΗΠΑ, αλλά η εσωτερική πολιτική πίεση που του ασκείται αυξάνεται ώστε να μην «υποκλιθεί» στον Λευκό Οίκο.
«Το γεγονός ότι αυτό συμβαίνει με φόντο την έντονη και υψηλού επιπέδου εμπλοκή των ΗΠΑ με το Ισλαμαμπάντ αμέσως μετά τη σύγκρουση Ινδίας – Πακιστάν είναι ακόμα πιο ενοχλητικό για το Νέο Δελχί και το ευρύτερο ινδικό κοινό. Ολα αυτά οξύνουν τις ανησυχίες που τρέφουν ορισμένοι στην Ινδία ότι οι ΗΠΑ δεν αποτελούν αξιόπιστο εταίρο» λέει στο BBC ο αναλυτής της Νότιας Ασίας, Μάικλ Κούγκελμαν. Προσθέτει ότι μέρος του θυμού στο Δελχί μπορεί «να είναι βάρος από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου που έρχεται στο προσκήνιο», αλλά «αυτή τη φορά εντείνεται και από τις εξελίξεις σε πραγματικό χρόνο».
Η κυβέρνηση Μόντι ευδοκιμεί σε εθνικιστικά ζητήματα, επομένως οι υποστηρικτές της πιθανότατα θα περίμεναν μια αυστηρή απάντηση στις ΗΠΑ. Είναι μια κατάσταση αδιεξόδου – το Δελχί εξακολουθεί να θέλει να κλείσει μια συμφωνία, αλλά δεν θέλει επίσης να φαίνεται ότι λυγίζει υπό την πίεση του Τραμπ.
H Ουάσιγκτον φαίνεται να επιθυμεί πρόσβαση στη γεωργία και τα γαλακτοκομικά προϊόντα της Ινδίας και γι’ αυτό ο Μόντι επέλεξε χθες, ημέρα επιβολής των δασμών, να απευθυνθεί σε έναν βασικό πυλώνα της εκλογικής του βάσης, τους αγρότες. Μιλώντας χθες σε συνέδριο του γεωργικού τομέα στο Νέο Δελχί, ο ινδός πρωθυπουργός δεν αναφέρθηκε άμεσα στους αμερικανικούς δασμούς, αλλά είπε ότι «δεν θα κάνει ποτέ συμβιβασμούς στα συμφέροντα των αγροτών, των κτηνοτρόφων και των ψαράδων». Και πρόσθεσε: «Ξέρω, προσωπικά, ότι θα πρέπει να πληρώσω ένα βαρύ τίμημα – αλλά είμαι έτοιμος για αυτό».
Η κυβέρνηση δεν θέλει να ανοίξει τις πολιτικά ευαίσθητες αγορές της, στις οποίες βασίζονται εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι για τα προς το ζην, στον ανταγωνισμό των ΗΠΑ. Υπάρχει και η υπενθύμιση των μαζικών αγροτικών διαμαρτυριών στη Βόρεια Ινδία το 2020-2021 – οι αγρότες ανάγκασαν τότε τον Μόντι να υποχωρήσει από τρία νομοσχέδια που αποσκοπούσαν στη μεταρρύθμιση του γεωργικού τομέα, ο οποίος αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 45% της απασχόλησης στην Ινδία. Οσο για την άλλη απαίτηση του Τραμπ να σταματήσει η Ινδία να εισάγει πετρέλαιο από τη Ρωσία, μάλλον ο Μόντι δεν μπορεί να κάνει κάτι ούτε για αυτό. Η Ινδία είναι ήδη ο τρίτος μεγαλύτερος καταναλωτής αργού πετρελαίου στον κόσμο και μπορεί να ξεπεράσει την Κίνα στην κορυφαία θέση έως το 2030, καθώς η ενεργειακή της ζήτηση είναι πιθανό να αυξηθεί λόγω μιας ταχέως αναπτυσσόμενης μεσαίας τάξης, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (IEA). Ο Ναρέντρα Μόντι θεωρεί ότι η αγορά ρωσικού πετρελαίου με έκπτωση διασφαλίζει την ενεργειακή ασφάλεια για εκατομμύρια πολίτες του, άρα δύσκολα θα υποχωρήσει και σε αυτόν τον τομέα.
Οι επόμενοι μήνες δεν θα είναι εύκολοι για τον ινδό πρωθυπουργό που φέτος συμπληρώνει 11 χρόνια στην εξουσία…