Το τέλος της υγειονομικής ζώνης;
Από τις αρχές του 21ου αιώνα εμφανίζεται στην Ευρώπη το τέταρτο κύμα της Ακροδεξιάς, που θέτει επί τάπητος το θέμα της αντιμετώπισής της από τα συστημικά κόμματα. Σε όλα αυτά τα χρόνια αντιπαρατέθηκαν τρεις στρατηγικές αντιμετώπισής της. Η πρώτη ήταν η αποδοχή της ως κανονικού εταίρου στο πολιτικό γίγνεσθαι, η κανονικοποίησή της. Η δεύτερη, η άρνηση κάθε πολιτικής συνεργασίας μαζί της, που αποκλήθηκε υγειονομική ζώνη (cordon sanitaire). Η τρίτη, η προσπάθεια αποδόμησης των επιχειρημάτων της, που προϋποθέτει ένα είδος διαλόγου μαζί της. Ο ιδεότυπος της πρώτης στάσης είναι η Αυστρία, της δεύτερης η Γερμανία και της τρίτης η Αγγλία.
Κάνοντας έναν απολογισμό, και οι τρεις στρατηγικές είχαν επιτυχίες και αποτυχίες, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να μιλήσουμε για κάποιον χρυσό κανόνα. Εκείνο όμως που είναι αδιαμφισβήτητο είναι ότι η Γερμανία, δεδομένου ότι είναι μια μαχόμενη δημοκρατία, είχε την πλέον συνεπή στάση, υιοθετώντας την υγειονομική ζώνη. Εως πρόσφατα σε καμία από τις κυβερνήσεις συνασπισμού δεν τέθηκε θέμα συμμετοχής του ακροδεξιού AfD. Το ίδιο και στις κυβερνήσεις των ομόσπονδων κρατιδίων.
Ολα αυτά είναι παρελθόν. Την Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2025, που θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει κανείς αποφράδα ημέρα, στη γερμανική Βουλή, Bundestag, εγκρίθηκε οριακά ψήφισμα (που δεν είναι νομικά δεσμευτικό) των Χριστιανοδημοκρατών για τη μετανάστευση και το άσυλο, με 348 ψήφους υπέρ και 345 κατά. Υπέρ ψήφισαν οι Χριστιανοδημοκράτες και το ακροδεξιό AfD, βγαίνοντας για πρώτη φορά στην ιστορία του από το πολιτικό περιθώριο. Το AfD πανηγύρισε μιλώντας για μια «ιστορική στιγμή» που σήμανε το τέλος της κυριαρχίας Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων.
Στη Γερμανία ξέσπασε πολιτικός σάλος. Ακόμα και η Ανγκελα Μέρκελ, σε ανοιχτή επιστολή της, χαρακτήρισε «λάθος» τη συμπόρευση μεταξύ του κόμματός της και της Ακροδεξιάς στο ψήφισμα για τη μετανάστευση και το άσυλο. Κατηγόρησε τον ηγέτη των Χριστιανοδημοκρατών, Φρίντριχ Μερτς, λέγοντας ότι θα έπρεπε να είχε ακολουθήσει μια πρόταση που βάζει φρένο σε οποιαδήποτε κοινοβουλευτική πλειοψηφία που απαιτεί την υποστήριξη της αντιμεταναστευτικής ακροδεξιάς του AfD.
Παρόλο που το ψήφισμα ήταν μη δεσμευτικό, το συμβολικό βάρος του ήταν τεράστιο. Για πρώτη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ένα δημοκρατικό συστημικό κόμμα βασίστηκε σε ακροδεξιές ψήφους για να κερδίσει την πλειοψηφία.
Δύο ημέρες αργότερα, οι Χριστιανοδημοκράτες έφεραν στο Κοινοβούλιο σχέδιο νόμου για το Μεταναστευτικό, βασιζόμενοι στην πλειοψηφία που είχε διαμορφωθεί με την υπερψήφιση του αντιμεταναστευτικού ψηφίσματος. Υστερα από μια θυελλώδη συνεδρίαση, το νομοσχέδιο καταψηφίστηκε με 350 ψήφους κατά και 338 υπέρ.
Ο Φρίντριχ Μερτς αναγκάστηκε να αποκηρύξει την ανοχή του και να δηλώσει ότι αποκλείει κάθε συνεργασία με την Ακροδεξιά, «ούτε πριν, ούτε μετά, ποτέ συνεργασία με την AfD», αγνοώντας τις δηλώσεις του Ιλον Μασκ ότι το AfD είναι η μόνη ελπίδα της Γερμανίας.
Το φάντασμα της Ακροδεξιάς πλανιέται πάνω από τη Γερμανία, που θα πάει στις κάλπες στις 23 Φεβρουαρίου 2025. Σε πολλές πόλεις της Γερμανίας οργανώθηκαν μεγάλες διαδηλώσεις κατά της ενδεχόμενης συνεργασίας των Χριστιανοδημοκρατών με την Ακροδεξιά. Μιας συνεργασίας που θα ακυρώσει την υγειονομική ζώνη στην Ακροδεξιά και θα θέσει σε αμφισβήτηση τις αρχές της μαχόμενης δημοκρατίας, με τις οποίες η Γερμανία πορεύθηκε τα τελευταία 80 χρόνια.
Ο Πέτρος Παπασαραντόπουλος είναι διδάκτωρ Βαλκανικών Σπουδών, εκδότης και συγγραφέας